Tα χριστουγεννιάτικα μοντέλα καραβιών της Σκοπέλου
Ο Γιάννης Μπουνταλάς και η μικροναυπηγική του αποτελούν ένα μοναδικό σημείο αναφοράς για την τέχνη όλης της χώρας
Το καραβάκι στη νησιωτική Ελλάδα έχει πάρει την έννοια του συμβόλου. Ενός συμβόλου τέτοιου που γεννάει αναμνήσεις, μελαγχολία αλλά και τη θύμηση αγαπημένων προσώπων. Καθένα τους και μια ιστορία. Ο Γιάννης Μπουνταλάς, καλλιτέχνης με ξεχωριστό σημείο αναφοράς, μοιράζεται μαζί μας τη δική του, με σημείο αναφοράς τη Σκόπελο.
Ασχολείται εδώ και 40 χρόνια με την τέχνη της μικροναυπηγικής. Καραβομαραγκός ο πατέρας του, δούλευε στους ταρσανάδες μέχρι το ’67, οπότε και άρχισε δημιουργεί πιστότατα αντίγραφα μεγάλων πλοίων, δουλεμένα στο χέρι. Ο έφηβος Γιάννης ξεκινούσε τότε τις σπουδές του στο Βόλο, ενώ βοηθούσε παράλληλα τον πατέρα του στη μικροναυπηγική. Όταν τελείωσε τη σχολή άρχισε να δουλεύει μαζί του, κάνοντας μία δουλειά που θα τον ακολουθούσε σε όλη του τη ζωή. Στην αρχή αισθανόταν περίεργα Όπως όλοι οι νέοι, έτσι κι αυτός ήθελε να ασχοληθεί με το αντικείμενο των σπουδών του. Ο πατέρας του όμως είχε «στρωμένη» αυτή την ιδιαίτερη και δημιουργική ενασχόληση, και αρκετούς εύπορους πελάτες, οπότε συνέχισε το επάγγελμα. Κάπως έτσι στέριωσε στη Σκόπελο, το νησί στο οποίο γεννήθηκε.
Τα καράβια που κατασκευάζει ο κύριος Γιάννης αποτελούν πιστά αντίγραφα των μεγάλων πλοίων. Είναι μεν μοντέλα, αλλά η κλίμακά τους είναι μεγάλη, ενώ τα μηχανολογικά χαρακτηριστικά τους είναι παρόμοια με τα πραγματικά καράβια, ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να πλεύσουν. Για να κατασκευαστεί ένα καράβι ενός μέτρου, απαιτείται γύρω στους 5 – 6 μήνες δουλειάς. Τελευταίο του δημιούργημα, ένα ιστιοφόρο, το “Victory” του Νέλσον. Πρόκειται για ένα καράβι 4 μέτρων, το οποίο είναι πολύ δύσκολο να μετακινηθεί καθώς χρειάζεται να ξαρματωθεί πρώτα.
Όμως τον τελευταίο καιρό, λόγω της γενικευμένης κρίσης, του ανταγωνισμού και του μειωμένου ενδιαφέροντος του αγοραστικού κοινού, οι παραγγελίες ήταν σπάνιες, γεγονός που τον ανάγκασε να σταματήσει την πώληση των δημιουργιών του. “Το καταναλωτικό κοινό θα προτιμήσει ένα φθηνό καραβάκι μαζικής παραγωγής, παρά ένα χειροποίητο”, μας αναφέρει χαρακτηριστικά. Επιπλέον, σχολιάζει και το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που αγόραζαν καραβάκια και θέλουν πλέον να τα πουλήσουν, με την αιτιολογία ότι το σπίτι είναι μικρό και δεν τα χωράει.
Ξαφνικά όμως το κλίμα αλλάζει, και ξεπηδούν μνήμες του παρελθόντος, τις οποίες ο ταλαντούχος δημιουργός μοιράζεται μαζί μας. Ιστορίες περίεργες, όπως αυτή ενός πελάτη που ήθελε η κατασκευή να είναι τέτοια ώστε να παίζει λύνοντας και δένοντας τα σχοινιά, σαν να ήταν ένα πραγματικό καράβι. Εικόνες εύπορων συλλεκτών, σαν εκείνον που είχε αγοράσει 47 καραβάκια και είχε όλων των ειδών τις ιδιοτροπίες: δεν επέτρεπε να πουληθεί ίδιο αντίγραφο σε κάποιον άλλο, πληρώντας μέχρι και ένα εκατομμύριο δραχμές για την κάθε δημιουργία. Ο συγκεκριμένος συλλέκτης δώριζε επίσης καράβια σε σπουδαίες πολιτικές προσωπικότητες ανά τον κόσμο.
Όσον αφορά τα Χριστούγεννα στην Σκόπελο, αυτά είναι λίγο μελαγχολικά. Σε αντίθεση με το Πάσχα, τα Χριστούγεννα δεν μένει πολύς κόσμος στο νησί. Παλιότερα μάλιστα, πριν την οικονομική κρίση, έφευγε το μεγαλύτερο ποσοστό και πηγαίνανε στο Βόλο ή στην Αθήνα. Ας αφήσουμε όμως τον ίδιο να μας διηγηθεί την ιστορία:
“Τα Χριστούγεννα στα νησιά δεν στολίζανε δέντρα, αλλά καράβια. Όμως στην Σκόπελο δεν λένε πλέον τα κάλαντα παραδοσιακά, όπως παλιότερα, κρατώντας τα καραβάκια. Παρόλα αυτά, το νησί συνεχίζει να στολίζεται με το παραδοσιακό καράβι”. Τα φωτάκια τοποθετούνται περιμετρικά, τα βάζουν πάνω στα άρμπουρα, στις αντένες, στα ιστία και το περιφράζουν γύρω-γύρω, ώστε να σχηματίζεται το καράβι όταν φωτίζεται»
Ο ίδιος, αν γυρνούσε τον χρόνο πίσω δεν θα μπάρκαρε σε κανένα πλοίο, ούτε θα δούλευε σε ναυπηγείο. Ίσως να γινόταν ηλεκτρολόγος. Η τέχνη όμως τον κέρδισε, και με την πάροδο του χρόνου, ο κύριος Γιάννης την αγάπησε με τη σειρά του. Κι αν σε οικονομικό επίπεδο δεν έχει ανταμειφθεί όσο θα έπρεπε, η ηθική αμοιβή του πλέον του φτάνει και περισσεύει. Πόσο μάλλον τα τελευταία χρόνια, που και η κόρη του, Ρηγίνα, απόφοιτος του τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, προσθέτει με τη σειρά της τις δικές τις πινελιές στον πολύχρωμο καμβά που λέγεται μικροναυπηγική.